Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να έχει μια σημαντική παρουσία στον χώρο της απονομής δικαιοσύνης, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση της απόδοσης του συστήματος δικαιοσύνης και την επίλυση κάποιων προβλημάτων.
Ένας τρόπος χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης είναι η αυτοματοποίηση ορισμένων διαδικασιών στο δικαστήριο, όπως η αξιολόγηση των αποδείξεων και η συνταγή νομικών εγγράφων. Αυτό μπορεί να βοηθήσει στην επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών και τη μείωση του φόρτου εργασίας των δικαστικών υπαλλήλων.
Επιπλέον, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την πρόβλεψη αποτελεσμάτων δικαστικών υποθέσεων, χρησιμοποιώντας συστήματα μηχανικής μάθησης και ανάλυσης δεδομένων. Αυτό μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της αναπαραγωγής αδικίας ή στην επίλυση περιπλοκών υποθέσεων.
Ωστόσο, υπάρχουν και ορισμένα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν. Το μείζον ζήτημα συνιστά ο έλεγχος της τήρησης των κανόνων σε περίπτωση λήψεως αποφάσεως με τη συμμετοχή της τεχνητής νοημοσύνης, καθώς είναι δυσχερής η επαλήθευση του τρόπου διαμόρφωσης αυτής. Αν επί παραδείγματι, ο διάδικος δεν έχει στη διάθεση του τις κρίσιμες πληροφορίες όπως τον αριθμό και την προέλευση των αποφάσεων που ελήφθησαν στατιστικά υπόψη για να εξαχθεί η κλίμακα για τον καθορισμό του ύψους αποζημίωσης δεν μπορεί να προβάλλει τυχόν αντιρρήσεις ενώπιον του φυσικού δικαστή.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης του Συμβουλίου της Ευρώπης7, κατανοώντας την αυξανόμενη λειτουργία της τεχνητής νοημοσύνης στο χώρο της δικαιοσύνης συνέταξε τον πρώτο ολοκληρωμένο «Χάρτη Δεοντολογίας για τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης στα δικαστικά συστήματα και το περιβάλλον τους», ο οποίος υιοθετήθηκε κατά την 31η σύνοδο της Ολομέλειάς της στο Στρασβούργο ήδη στις 3-4 Δεκεμβρίου 2018. Ο Χάρτης περιέχει πέντε αρχές με οδηγίες και χρήσιμες συστάσεις. Στο Παράρτημα ΙΙ αυτού εξετάζεται η εφαρμογή των διαφόρων χρήσεων της τεχνητής νοημοσύνης στα ευρωπαϊκά δικαστικά συστήματα υπό το φως των ως άνω αρχών. Οι αρχές αυτές είναι οι εξής: Αρχή του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης, αρχή της ποιότητας και της ασφάλειας, αρχή της διαφάνειας, της αμεροληψίας και της δίκαιης μεταχείρισης και τέλος, αρχή του «ελέγχου του χρήστη».
Εν κατακλείδι, μια δικαστική απόφαση, η οποία θα είχε εκδοθεί, χρησιμοποιώντας ως εξωτερικό παράγοντα την τεχνητή νοημοσύνη, θα μπορούσε κατ’ αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί ακόμη και ως ανυπόστατη. Σύμφωνα με το άρθρο 313 παρ. 1 περ. α ΚΠολΔ [περίπτωση] ανυπαρξίας μιας δικαστικής απόφασης [υπάρχει] αν την εξέδωσαν πρόσωπα που δεν είχαν δικαστική ιδιότητα. Εν προκειμένω, μπορεί μεν και σύμφωνα με την άποψη του ΑΠ 481/ 2015, η δικαστική απόφαση κατά τα φαινόμενα να απέκτησε νομική υπόσταση από τον χρόνο δημοσίευσης του σχεδίου, παρόλα αυτά το σχέδιο, κάνοντας τελεολογική διαστολή του άρθρου 313 ΚΠολΔ, δεν αποτύπωνε (είτε πλήρως είτε μερικώς) την δικανική πεποίθηση του δικαστηρίου, αλλά την περιορισμένως διαμορφωθείσα -όπως αναπτύξαμε άνωθεν- αντίληψη μιας τεχνητής νοημοσύνης.
Η διαδικασία γραφής και έκδοσης των δικαστικών αποφάσεων είναι μια σύνθετη ενέργεια η οποία οφείλει, τουλάχιστον στον πυρήνα της να περιέχει την έννοια του ανθρώπου. Οποιοδήποτε άλλο εξωτερικό στοιχείο μπορεί να λειτουργεί μόνο ως παρελκόμενο και μόνο εφόσον δεν δυσχεραίνει την ομαλή έκβαση του κυρίου αντικειμένου, το οποίο είναι η ορθή απονομή της δικαιοσύνης.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου